Μέσα Οκτωβρίου και το γιασεμί είναι ακόμα στις δόξες του..
Κάνεις να βγεις στη βεράντα και αμέσως σε τυλίγει με τη θεσπέσια μυρωδιά του.
Σε ταξιδεύει απρόσμενα σε καλοκαιρινά πρωινά,
με τη παιδική ανεμελιά,
τη θαλπωρή του πατρικού σπιτιού,
τη ζεστασιά της μητρικής αγκαλιά.
Έρχονται οι μνήμες και σου χαϊδεύουν το πρόσωπο τρυφερά.
Σε παίρνουν από το χέρι χαμογελαστές και σε παίρνουν ταξίδι πίσω στο χρόνο.
Ζεστές μέρες σε καλωσορίζουν και πλάνες περιπέτειες.
Το ζαρωμένο,
αλλά γιαλιστό πρόσωπο της γιαγιάς,
τα φωτεινά,
λαμπερά γαλάζια μάτια να σε κοιτάνε γλυκά.
Να σε γαληνεύουν και να σε ταξιδεύουν σε μυρωδιές από κολοκυθάκια γιαχνί με μπόλικη φρέσκα ντομάτα από το μικρό μποστάνι κι' ένα τραπέζι στρωμένο απλά,
λιτά.
Σύκα μαζεμένα από τη συκιά της αυλής και ο παππούς να μαστορεύει κάπου δίπλα.
Μια αιώνια κατασκευή οι μέρες του,
μεγάλες,
απλές,
γλυκές
και χορτασμένες.
Το νερό να τρέχει στο αυλάκι και να ποτίζει τα μποστάνια και η γιαγιά να σου ζητάει λίγο φρέσκο μαϊντανό..
Κι' όλος ο κόσμος να λάμπει,
να γλυκαίνει,
να φωτίζεται μέσα από τα γαλάζια της μάτια...
Κι' αν σηκώσεις το βλέμμα κι' αν ανοίξεις το εσωτερικό σου μάτι της καρδιάς,
θα τους δεις ακόμα εκεί να σε χαιρετάνε...
Χριστιανα Πέτρου.